- συνδρομῆς
- συνδρομήtumultuous concoursefem gen sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ξυνδρομῆς — συνδρομῆς , συνδρομή tumultuous concourse fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ελλάδα και Ευρωπαϊκή Ένωση — ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ/ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ Η αφετηρία Η δημιουργία της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας το Μάρτιο του 1957, ύστερα από την υπογραφή της σχετικής συνθήκης στη Ρώμη από τη Γαλλία, την Ομοσπονδιακή… … Dictionary of Greek
έκδοση — Η δημοσίευση ενός γραπτού κειμένου· η εκτύπωση και η διάδοση οποιουδήποτε κειμένου από εκδοτικό οργανισμό· οι διάφορες εκτυπώσεις ενός βιβλίου ή μιας εφημερίδας· το σύνολο των αντιτύπων του ίδιου έργου σε μία μόνο εκτύπωση. Επειδή στον όρο έ.… … Dictionary of Greek
δικηγόρος — Βοηθητικό πρόσωπο της δικαιοσύνης, που κατά τον ελληνικό νόμο έχει την ιδιότητα του άμισθου δημόσιου λειτουργού. Ωστόσο, το καθεστώς της επαγγελματικής του δραστηριότητας τον κατατάσσει, κατά κανόνα, πολύ κοντά στα άλλα ελεύθερα επαγγέλματα. Στη… … Dictionary of Greek
πρόξενος — Άμισθος ή έμμισθος κρατικός υπάλληλος, ο οποίος εδρεύει μόνιμα στο έδαφος αλλοδαπού κράτους, με τη συγκατάθεση του τελευταίου, και έχει ως αποστολή να εξυπηρετεί τα συμφέροντα ή να διεκπεραιώνει υποθέσεις των πολιτών του κράτους που εκπροσωπεί ή… … Dictionary of Greek
συνδρομή — η, ΝΜΑ 1. συρροή, συσσώρευση (α. «συνδρομή δυσμενών συγκυριών» β. «ἐφάνη συνδρομή τις ἀγαθῶν», Στράβ.) 2. ιατρ. άθροισμα συμπτωμάτων, σύνδρομο νεοελλ. 1. περιοδική χρηματική συνεισφορά που καταβάλλεται από κάποιον με σκοπό την ενίσχυση ενός έργου … Dictionary of Greek
Απολλωνία — I Ονομασία γιορτής στην αρχαία Ελλάδα και αθλητικών αγώνων στη Ρώμη. 1. Εξιλαστήρια γιορτή που τελούσαν στη Σικυώνα προς τιμήν του Απόλλωνα και της Άρτεμης και σε ανάμνηση της απαλλαγής των κατοίκων της από λοιμό που είχε ενσκήψει στην πόλη όταν… … Dictionary of Greek
βοηθείας, παράλειψη — Το άρθρο 288 § 2 του ελληνικού Ποινικού Κώδικα χαρακτηρίζει ως «παράλειψη οφειλομένης βοηθείας» τη μη παροχή συνδρομής σε περιπτώσεις δυστυχήματος ή κοινού κινδύνου ή κοινής ανάγκης και την τιμωρεί με φυλάκιση μέχρι και έξι μηνών. Προϋπόθεση του… … Dictionary of Greek
δημόσιος λειτουργός — Κάθε πρόσωπο που συνεργάζεται συστηματικά για τη λειτουργία των δημόσιων υπηρεσιών, είτε είναι δημόσιος υπάλληλος είτε όχι, όπως, για παράδειγμα, οι στρατιώτες, οι ένορκοι, οι δικηγόροι, οι ιδιώτες μέλη επιτροπών, συμβουλίων, εθελοντές ή τιμητικά … Dictionary of Greek
Εφημερίς των Αθηνών — Η πρώτη αθηναϊκή εφημερίδα. Αρχικά εκδόθηκε στη Σαλαμίνα, στις 20 Αυγούστου του 1824, από τον Γ. Ψύλλα. Αργότερα, τα τυπογραφεία της μεταφέρθηκαν στην Αθήνα και στο φύλλο της 6ης Σεπτεμβρίου του 1826 o συντάκτης της ζητούσε συγγνώμη από τους… … Dictionary of Greek